ΜΑΤΘ. κβ΄ 35-46
Κάθε ορθόδοξος χριστιανός που ζει πάνω στον πλανήτη ζητάει το όχημα για τη μεγάλη πτήση στο διάστημα, για την κατάκτηση του Ουρανού. Και ό Κύριος υπογραμμίζει, πώς δεν θα κατακτήσει τον Ουρανό, κανείς εάν προηγουμένως δεν κατακτήσει τη γη.
Το ουράνιο όχημα δεν απογειώνεται παρά μονάχα από γήινο διάδρομο. Την ανυψωτική δύναμη την τροφοδοτεί μονάχα ή φλόγα και το πύρωμα της αγάπης.
Αν ατενίζεις τον ουρανό χωρίς να κοιτάζεις και τη γη, μεταθέτεις και δεν λύνεις το πρόβλημα. Του λοιπού δεν υπάρχει πρόβλημα άλλης ζωής, άλλα αυτής εδώ της ζωής. Το εισιτήριο του ουρανού εκδίδεται στη γη. Ό κίνδυνος καιροφυλακτεί σε κάθε μας βήμα. Να ποθούμε τον Ουρανό και να λησμονούμε τη γη.
Να παίρνουμε λανθασμένο δρόμο, πού δεν βγάζει πουθενά. Γιατί ξεχνάμε το μυστικό, πού μας αποκάλυψε ό ίδιος ό Θεός, πού έγινε άνθρωπος για τούς ανθρώπους. Και το μυστικό αυτό μας λέει, πώς θα αγαπήσεις τον πλησίον σου, για να έχεις ζωή αιώνια.
Αλλά ποιος είναι αυτός ό πλησίον, πού αντί να τον ευεργετήσουμε μας ευεργετεί; Ή μάλλον αυτός, πού τον ευεργετούμε με το τίποτα και μας ανταποδίδει το πάν; Αυτός πού τού προσφέρουμε το προσωρινό και μας εξασφαλίζει το αιώνιο; Του δίνουμε κάτι από τη γη και μας προσφέρει ολόκληρο τον Ουρανό;
Και ό Θεός κατάργησε αύτη την απόσταση. Και ήλθε ανάμεσα μας. Κάτι ασύλληπτο. Ήλθε μέσα μας με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.
Ό Θεός καταργεί τις αποστάσεις και έρχεται μέσα μας! Και μείς δυσκολευόμαστε να πλησιάσουμε τούς συνανθρώπους μας και να καταργήσουμε τις αποστάσεις, πού ό νοσηρός εγωισμός μας δημιουργεί. Ποιος άλλος δημιουργεί τις αποστάσεις; Τοπικιστικές είναι αυτές; Φυλετικές; Κοινωνικές διαφορές λέγονται; Χάσμα γενεών χαρακτηρίζονται; Φύλου και ηλικίας; Όλες έχουν μια και μόνη αιτία, τον εγωισμό. Την απουσία, δηλαδή, της αγάπης.
Μπήκε ή αγάπη; Καταργήθηκαν αμέσως οι διαφορές και οι αποστάσεις. Ακριβώς γιατί ή αγάπη πλησιάζει τις καρδιές. Και όταν πλησιάζουν οι καρδιές, πέφτουν οι διαφορές και εξαφανίζονται οι αποστάσεις. Τότε πλησίον δεν είναι μονάχα οι κοντινοί, αλλά και οι μακρινοί. Όλη ή γη γίνεται μια γειτονιά, μια οικογένεια, ένα σπίτι. Γινόμαστε όλοι αδελφοί. Είμαστε όλοι αδελφοί. Αυτό θα πει πλησίον και αυτό θα πει αγάπη. Να αγαπάς σημαίνει να κάνεις πλησίον τον κάθε άνθρωπο είτε στη γειτονιά σου ζει είτε στην άλλη άκρη του κόσμου κατοικεί.
Ό νομικός έθεσε στον Ιησού ένα μεταφυσικό πρόβλημα και περίμενε μια ανάλογη απάντηση. Ό Κύριος τον προσγειώνει. Τού δίνει μια ανθρώπινη, στην κυριολεξία, απάντηση και τού λύνει το πρόβλημα. Ό δρόμος, πού οδηγεί στον Θεό, περνάει από τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τον δρόμο της αγάπης. Δεν υπάρχει άλλος νόμος από την εντολή της αγάπης. Όταν εφαρμόζεται ό νόμος της αγάπης, της αγάπης τού Χριστού, τότε όλα τακτοποιούνται.
Γιατί ή αγάπη αυτή είναι «πλήρωμα νόμου».
Κάτι περισσότερο. Ή αγάπη είναι μίμηση Θεού. Ό Θεός είναι αγάπη. Και ό άνθρωπος, πού αγαπάει, προχωρεί από το «κατ’ εικόνα» στο «καθ’ όμοίωσιν Θεού», για το όποιο είναι δημιουργημένος. Ό άνθρωπος γίνεται αληθινός άνθρωπος, γιατί γίνεται «κοινωνός θείας φύσεως». Έτσι, όχι απλώς εξανθρωπίζεται, θεώνεται.
Ζει κιόλας την αιωνιότητα.